8.12.1974
ΚΑΤΑΡΓΕΙΤΑΙ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Μέσα στον πυρετό των
γεγονότων των τελευταίων ημερών, πέρασε σχεδόν απαρατήρητη μια σημαντική
επέτειος.
Σαν σήμερα, 44 χρόνια
πριν, στις 8 Δεκεμβρίου 1974, ο Ελληνικός Λαός με δημοψήφισμα κατήργησε
οριστικά το καθεστώς της Βασιλευόμενης Δημοκρατίας. Με ένα ποσοστό 69,20 % ο
Ελληνικός Λαός τάχθηκε κατά της επαναφοράς της μοναρχίας και υπέρ της
εγκαθίδρυσης Αβασίλευτης Δημοκρατίας.
Την 1η Ιουνίου 1973, μετά
το Κίνημα του Ναυτικού εναντίον της Χούντας των Συνταγματαρχών, οι τελευταίοι
κατήργησαν την Βασιλεία στην Ελλάδα. Με δημοψήφισμα που ακολούθησε τον Ιούλιο
του 1973, προσπάθησαν να ενδύσουν με ένδυμα νομιμότητας την κατάργηση της
Βασιλείας στην Ελλάδα και την εγκαθίδρυση καθεστώτος Προεδρικής Δημοκρατία με
Πρόεδρο τον Γεώργιο Παπαδόπουλο. Κανένα όμως από τα παλαιά κόμματα δεν
αναγνώρισε το δημοψήφισμα που ακολούθησε και όλοι δεσμεύτηκαν όπως, μαζί με τον
ανατραπέντα στις 13 Δεκεμβρίου του 1967 Βασιλιά Κωνσταντίνο, προβούν στη
διενέργεια δημοψηφίσματος, όταν αποκατασταθεί η Δημοκρατία.
Μετά την πτώση της Χούντας
τον Ιούλιο του 1974, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής υιοθέτησε την Συντακτική Πράξη
της 1ης Αυγούστου 1974 και επανέφερε σε ισχύ το Σύνταγμα της 1 Ιανουαρίου 1952,
χωρίς τις βασικές θεμελιώδεις διατάξεις, δηλαδή αυτές που αφορούν την βάση και
τη μορφή του πολιτεύματος, ως Βασιλευομένης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Η
αναστολή των διατάξεων περί Αρχηγού Κράτους θα κρινόταν με Δημοψήφισμα που θα
γινόταν εν καιρώ. Μέχρι το Δημοψήφισμα, χρέη Αρχηγού Κράτους εκτελούσε ο
Πρόεδρος της Δημοκρατίας (του Στρατιωτικού καθεστώτος) Φαίδων Γκιζίκης.
Το σχετικό Διάταγμα έθετε
στην κρίση του Ελληνικού Λαού το ερώτημα «Βασιλευόμενη ή Αβασίλευτος»
Δημοκρατία και όριζε ότι τα ψηφοδέλτια με τα οποία θα έκφραζε ο Ελληνικός Λαός
τη θέλησή του ήταν δύο: το ένα, χρώματος καφέ, που έγραφε πάνω «Βασιλευομένη
Δημοκρατία» και το άλλο, χρώματος πράσινου, με την ένδειξη «Αβασίλευτη
Δημοκρατία».
Η επιλογή των χρωμάτων
προκάλεσε τη διαμαρτυρία των φιλομοναρχικών που τη θεώρησαν δυσμενή γι' αυτούς,
δεδομένου ότι το πράσινο θεωρείται πως είναι το χρώμα της ελπίδας.
Διαμαρτυρίες, όμως υπήρχαν και ως προς το περιεχόμενο των ψηφοδελτίων, αυτή τη
φορά, από μέρους των αντιμοναρχικών. Και τα δύο ψηφοδέλτια είχαν τη λέξη
Δημοκρατία κι έτσι διοχετευόταν το μήνυμα στην κοινωνία πως στη χώρα, είτε με
βασιλιά είτε χωρίς βασιλιά, το πολίτευμα θα ήταν δημοκρατικό. Αυτό κανείς
δημοκρατικός πολίτης δεν μπορούσε να το δεχτεί αναλογιζόμενος τα δεινά που είχε
επιφέρει στον τόπο το Παλάτι, τουλάχιστον στο κοντινό για την εποχή χρονικό διάστημα,
ανεβοκατεβάζοντας κυβερνήσεις με πραξικοπηματικό τρόπο, προπαρασκευάζοντας μια
παλατιανή δικτατορία κι ακόμη, ευλογώντας τη χούντα των συνταγματαρχών. Γι'
αυτό και το ΚΚΕ, στο μήνυμά του προς τον ελληνικό λαό, λίγες ημέρες πριν το
δημοψήφισμα υπογράμμιζε: «Καλούμε το λαό να μην κάνει σύγχυση ανάμεσα στις όχι
σαφείς διατυπώσεις των ψηφοδελτίων για Βασιλευομένη και Αβασίλευτη Δημοκρατία.
Να προσέξει. Και να ρίξει στις κάλπες μόνο το ΠΡΑΣΙΝΟ ψηφοδέλτιο».
Θα πρέπει να σημειώσουμε
εδώ ότι είχε προηγηθεί η πανηγυρική εκλογή της Νέας Δημοκρατίας (ΝΔ) υπό τον
Κωνσταντίνο Καραμανλή στις 17 Νοεμβρίου 1974. Η ΝΔ είχε λάβει το 54,37% των
ψήφων και 220 έδρες, ποσοστό που αποδείκνυε ότι το εκλογικό σώμα θεωρούσε, τη
δεδομένη εκείνη στιγμή, τον Καραμανλή ως τον πλέον κατάλληλο πολιτικό που θα
μπορούσε να επιτύχει την ανασυγκρότηση της χώρας. Η Ένωση Κέντρου, το μοναδικό
προδικτατορικό κόμμα που συμμετείχε σης εκλογές με την παλαιά του μορφή,
καταποντίστηκε στο 20,42%, ενώ το ΠΑΣΟΚ, παρ' ότι νεότευκτο, αναδείχθηκε τρίτη
δύναμη με το 13,58% των ψήφων. Η Ενιαία Αριστερά κατέλαβε το 9,45%.
Η Κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι
θα τηρούσε γραμμή αυστηρής ουδετερότητας μέχρι την έκδοση τού αποτελέσματος τού
Δημοψηφίσματος και η κυβερνητική ανακοίνωση της 4ης Δεκεμβρίου διευκρίνιζε
καθαρά τη θέση τού Πρωθυπουργού:
«Είναι γνωστή και σαφής η
θέσις τού Πρωθυπουργού επί του Δημοψηφίσματος. Συνεπώς, ουδείς έχει το δικαίωμα
να αναμιγνύει το όνομα του εις την πολιτειακήν διαμάχην».
Ο Κ. Καραμανλής ζήτησε την
απόλυτη ουδετερότητα του κόμματός του για το δημοψήφισμα. Έτσι κανείς βουλευτής
δεν μίλησε υπέρ της μιας ή της άλλης θέσης και οι τηλεοπτικές ομιλίες
περιορίσθηκαν μεταξύ ιδιωτών που εκπροσωπούσαν τη μία ή την άλλη αντίληψη.
Ο Κ. Καραμανλής επεδίωξε
και επέτυχε να αποχρωματίσει κομματικά τη διεξαγωγή τού Δημοψηφίσματος. Το ίδιο
διεκήρυξε άλλοτε και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, όταν επρόκειτο να κριθεί, για
πρώτη φορά, η μορφή τού Πολιτεύματος της Χώρας, με τη δήλωση ότι εκείνος
προσωπικώς θα εψήφιζε υπέρ της Αβασίλευτου Δημοκρατίας.
Ο προεκλογικός αγώνας
περιλάμβανε και ομιλίες στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση, μεταξύ των οποίων και
του ίδιου του Κωνσταντίνου με δύο ομιλίες για την κάθε πλευρά. Από την πλευρά
των οπαδών της Αβασίλευτης τοποθετήθηκαν, μεταξύ άλλων, οι Μάριος Πλωρίτης,
Λεωνίδας Κύρκος, Φαίδων Βεγλερής, Γεώργιος Κουμάντος, Αλέκος Παναγούλης και ο
μετέπειτα πρωθυπουργός, Κώστα Σημίτης.
Από την πλευρά του
Κωνσταντίνου υπήρξαν επί πλέον ένα μαγνητοφωνημένο μήνυμα του στις 26 Νοεμβρίου
και μια ομιλία του από την τηλεόραση στις 6 Δεκεμβρίου.
Το διάγγελμα του
Κωνσταντίνου
Σύμφωνα με την άποψη του
ιστορικού (και τέως Πρωθυπουργού του πειράματος του Γ. Παπαδόπουλου για
μετάβαση από το καθεστώς της 21ης Απριλίου σε κάποιας μορφής κοινοβουλευτικό
καθεστώς) Σπύρου Μαρκεζίνη ο Βασιλεύς, μετά το αρχικό λάθος του να δεχθεί τη
διεξαγωγή δημοψηφίσματος, διέπραξε εν συνεχεία και άλλα. «Εδικαιούτο», λέγει
στην ιστορία του ο Σπ. Μαρκεζίνης, «να επανέλθει την επομένη της αφίξεως
Καραμανλή και, εάν αυτό το έκρινε επικίνδυνο, μπορούσε να εκμεταλλευθεί την
επαναφορά τού Συντάγματος τού 1952. Είχε τότε κάθε δικαίωμα να αξιώσει την
επάνοδο του και, εν περιπτώσει αρνήσεως, έπρεπε να μη δεχθεί να συμπράξει σε
οποιοδήποτε σχέδιο. Εάν, παρά ταύτα, τον αγνοούσαν, μπορούσε να αρνηθεί την
αναμέτρηση εκπροσωπούμενος από ιδιώτες».
Ο Λαός όμως απεφάνθη υπέρ
της Αβασιλεύτου Δημοκρατίας και στις 9 Δεκεμβρίου, ο Πρωθυπουργός Κων/νος
Καραμανλής έλυσε τη σιωπή του και δήλωσε:
«Το
Πολιτειακόν υπήρξε κατά το παρελθόν αντικείμενον οξυτάτων κομματικών
ανταγωνισμών που έβλαψαν τα συμφέροντα τού Έθνους. Αι δε πολιτειακοί μεταβολαί
εγένοντο συνήθως πραξικοπηματικώς και πάντοτε υπό υλικήν ή ψυχολογικήν βίαν.
Και δι' αυτούς ακριβώς τους λόγους το πρόβλημα αυτό παρέμεινε άλυτον επί 60
χρόνια και συνεδέθη με τις πιο δραματικές εθνικές κρίσεις τού τόπου μας.
Το
θέμα ετέθη εκ νέου από τας περιστάσεις, αλλά και από τον ίδιον τον Κωνσταντίνο
κατά το θέρος τού 1973. Δια να τερματίσω οριστικώς την θλιβεράν παράδοσιν της
εκμεταλλεύσεως τού θέματος εδημιούργησα τας προϋποθέσεις δια την ενέργειαν
ελευθέρου και αδεσμεύτου δημοψηφίσματος και έθεσα το πολιτειακόν εκτός
κομματικών ανταγωνισμών αρνηθείς, πρώτος εγώ, να επηρεάσω τας σκέψεις του
εκλογικού σώματος. Κανείς, συνεπώς, δεν δικαιούται να εμφανίζει το αποτέλεσμα
τού δημοψηφίσματος ως έργον δικόν του.
Ήδη
το δημοψήφισμα διεξήχθη. Και διεξήχθη κατά τρόπον άψογον. Ο Λαός απεφάνθη δια
πρώτην φοράν ελεύθερος και ανεπηρέαστος επί τού κρισίμου αυτού θέματος. Η
απόφασίς του πρέπει να γίνει ανεπιφυλάκτως σεβαστή από όλους τους Έλληνας. Και
πρέπει να αναγνωρίσουν όλοι ότι ετερματίσθη οριστικώς η εκκρεμότης τού
Πολιτειακού. Οι Έλληνες λησμονούντες παλαιάς και προσφάτους αντιθέσεις οφείλουν
να αντιμετωπίσουν ενωμένοι το μέλλον. Αυτό επιβάλλει το συμφέρον της Χώρας και
τού Λαού».
Ο Καραμανλής, ως
πρωθυπουργός, ενήργησε με ορθολογική σκέψη. Απέφυγε να πάρει θέση στο
δημοψήφισμα, ενώ δόθηκε η δυνατότητα τόσο στη φιλομοναρχική όσο και στην
αντιμοναρχική πλευρά να εκφράσουν ελεύθερα τις απόψεις τους, γεγονός που
καθιστούσε αδιαμφισβήτητη την ετυμηγορία των ψηφοφόρων.
Βεβαίως ο Καραμανλής, μέσα
στα πλαίσια της πολιτικής γραμμής που χάραξε, απέφυγε να διευκρινίσει τί θα
εψήφιζε προσωπικά. Παρόλα αυτά δεν είναι δύσκολο να το συμπεράνουμε. Με την
ανακοίνωση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος φέρεται να δηλώνει ότι: «Ένα
καρκίνωμα αποκόπηκε σήμερα από το σώμα του έθνους». Κατά συνέπεια ο προσεκτικός
παρατηρητής, συνδυάζοντας τις δηλώσεις τού τότε Πρωθυπουργού μετά τη διεξαγωγή
τού Δημοψηφίσματος, δικαιούται να υποστηρίξει ότι αυτός εψήφισε υπέρ της
Αβασιλεύτου.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι
ο Κων. Καραμανλής είχε αμφισβητήσει και αυτός τα προηγούμενα δημοψηφίσματα των
συνταγματαρχών και μάλιστα είχε δεχθεί να κυβερνήσει υπό πολιτειακό καθεστώς
αβέβαιης γνησιότητας και να καθορίσει μελλοντικά τη στάση του, σε συνεργασία με
τον Κωνσταντίνο.
Ο τελευταίος, πιθανόν
εξαιτίας της απειρίας των συμβούλων του, δεν διαφωνούσε, παρ' ότι η ακομμάτιστη
διεξαγωγή τού Δημοψηφίσματος ουσιαστικώς τον μείωνε. Ήταν φανερό ότι η
διεξαγωγή τού Δημοψηφίσματος με την άρνηση ιδίως των εκπροσώπων των κομμάτων
(περίπτωση Γ. Μαύρου), να συμμετάσχουν στην συζήτηση, δεν ήταν ότι το καλλίτερο
για τον ίδιο τον τέως σήμερα βασιλιά. Ο τέως Βασιλιάς Κωνσταντίνος,
αποδεχόμενος την δυσάρεστη για αυτόν κρίση του Ελληνικού Λαού, με δήλωση του
από το Λονδίνο αναγνώρισε ουσιαστικά το αποτέλεσμα τού δημοψηφίσματος, στάση
την οποία επρόκειτο να μεταβάλει αργότερα με δηλώσεις και ενέργειες που άφηναν
ανοιχτό το ενδεχόμενο να διεκδικήσει εκ νέου την εμπιστοσύνη τού λαού.
Στις 9 Δεκεμβρίου απηύθυνε
από το Λονδίνο το ακόλουθο βραχύ μήνυμα: «Έλληνες
και Ελληνίδες. Πιστός εις την διακήρυξίν μου, επαναλαμβάνω ότι προέχει η εθνική
ενότης χάριν της ομαλότητος, της προόδου και της ευημερίας της Χώρας και
εύχομαι ολοψύχως αι εξελίξεις να δικαιώσουν το αποτέλεσμα που πρόεκυψεν από την
χθεσινήν ψηφοφορίαν». Η δήλωση τού Κωνσταντίνου αποτελεί πανηγυρική
αναγνώριση της γνησιότητας τού Δημοψηφίσματος και, κατά συνέπεια, της
κατάργησης της Βασιλευομένης Δημοκρατίας.
Σης 11 Δεκεμβρίου τού 1974
ο στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης, ο οποίος είχε λειτουργήσει ως «γέφυρα» από τη
δικτατορία προς τη μεταπολίτευση και ο οποίος είχε ως τότε διατηρηθεί στη θέση
του από τον Κ. Καραμανλή, παραιτήθηκε από την Προεδρία της Δημοκρατίας. Ο
πρωθυπουργός τον επισκέφθηκε στο γραφείο του και τού έστειλε ευχαριστήρια επιστολή
για «τις υπηρεσίες που προσέφερε στο Έθνος παραμένοντας πρόεδρος μετά την 23η
Ιουλίου τού 1973».
Στις 18 Δεκεμβρίου
εκλέγεται από την Βουλή, μέχρι την ψήφιση νέου Συντάγματος και την εκλογή νέου
Προέδρου, ως προσωρινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο πρώην πρόεδρος τού
Συμβουλίου της Επικρατείας Μιχαήλ Στασινόπουλος. Προηγουμένως, ο Π.
Κανελλόπουλος είχε απορρίψει πρόταση του Κ. Καραμανλή να αναλάβει προσωρινός
Πρόεδρος.
Ο μοναδικός πολιτικός
Αρχηγός, πού, με έναν ηθελημένο ή, έστω, ακούσιο χαρακτηρισμό, θα αμφισβητήσει
εμμέσως τη γνησιότητα του Δημοψηφίσματος της 8ης Δεκεμβρίου 1974, θα είναι ο
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης με το διαβόητο “Unfair”. Την δήλωσή του αυτή που την
έκανε τον Φεβρουάριο του 1988 στο Λονδίνο, θα ακολουθήσουν, επί πρωθυπουργίας
του ιδίου, γεγονότα ελαφρώς γραφικά που συνέβησαν με την πανηγυρική επίσκεψη
του πρώην Βασιλιά, οικογενειακώς και με δόσεις, στην Ελλάδα. Το σχέδιο
προέβλεπε, όπως απεκαλύφθη, μακρά επίσκεψη, αλλά οι έντονες αντιδράσεις του
λαού ανάγκασαν τον Κωνσταντίνο να διακόψει το ταξίδι και να επιστρέψει στην
αλλοδαπή.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ 1974
Πηγές:
Σ. Μαρκεζίνη : Σύγχρονη
Πολιτική Ιστορία της Ελλάδος
Εγκυκλοπαίδεια Παπύρου
Τόμος ΕΛΛΑΣ
«Η Μεγάλη Ιστορία του 20ου
Αιώνα», τόμος Ζ΄, σελ. 239-240
«Σημειώσεις 1967-1977»,
Λεωνίδας Αλ. Παπάγος, Ίδρυμα Γουλανδρή-Χόρν, Αθήνα 1999, ISBN 960-7079-69-8
Αποτελέσματα:
Εφημερίδα«ΠΟΝΤΙΚΙ» ,φ. 1086, Μ.Τετάρτη 26 Απριλίου 2000, Αθήνα
http://www.greekroyalfamily.org/el/index.cfm?get=archive&show=documents&ItemID=183
http://el.wikipedia.org/
Αποτελέσματα (Ανά νομό)
Εφημερίδα «Ριζοσπάστης» - φ. Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 1974 - Ψηφιακή Συλλογή
Εφημερίδων Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου