-->

Πέμπτη 18 Ιουνίου 2009

ΑΛΛΗ ΜΙΑ ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΤΩΝ ΔΙΩΚΤΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ!!!!

Κ. Κούνεβα: Δεν θέλουν να τους βρουν...
«Εκλεισε» η υπόθεση

«Δεν θέλουν να τους βρουν. Αν ήθελαν, δεν θα άφηναν να περάσουν οι πρώτες πέντε ημέρες χωρίς έρευνα», λέει στην «Κ» η Κωνσταντίνα Κούνεβα, Κυριακή 14 Ιουνίου στον 10ο όροφο του Ευαγγελισμού, δίχως μίσος, δίχως οργή, λίγες μόνο ώρες πριν γίνει γνωστό ότι ο ανακριτής «έκλεισε» την έρευνα για την υπόθεσή της, χωρίς να έχει καταλήξει στους ενόχους. Χωρίς να έχουν αξιοποιηθεί σημαντικά στοιχεία. «Για χάρη της ανθρωπιάς και μόνο, πρέπει να τους βρουν. Τους ξέρουν» λέει η Κωνσταντίνα, με τη νηφαλιότητα του ανθρώπου που επέζησε της καταστροφής. Το ένα μάτι ραμμένο και στη θέση της μύτης δύο κόκαλα. Κοιτάει τον κόσμο με το άλλο μάτι, γαλανό, το μόνο που απέμεινε να θυμίζει τη γυναίκα της φωτογραφίας, αναμένοντας δικαιοσύνη.




«Για χάρη της ανθρωπιάς πρέπει να τους βρουν...»

Tης Χριστινας Kοψινη

Υπέροχη η θέα από αυτό το μπαλκόνι. Ολα φαίνονται πεντακάθαρα. Ο Υμηττός, το δάσος της Καισαριανής, ακόμη και ο Παρθενώνας. «Κάποια στιγμή είδα την Ακρόπολη», λέει με βεβαιότητα, αλλά αμέσως μετά αρχίζει να αμφιβάλλει: «Nομίζω ότι είχε καθαρίσει κάποια στιγμή το μάτι, και την είδα».

Αυτό το μάτι είναι το μόνο που θυμίζει κάτι από την κοπέλα της φωτογραφίας. Γαλανό. Μονίμως ανοιχτό, γιατί και εδώ το οξύ έκανε τη δουλειά του και τώρα «απομένει η επέμβαση της Πέμπτης για να κλείνει το βλέφαρο» - μου λέει.

Ομως, ο εκτελεστής της 23ης Δεκεμβρίου ήξερε πώς να προστατεύσει τα δικά του μάτια από το βιτριόλι. «Κάλυψε με το δεξί χέρι το πρόσωπό του και την περιέλουσε με το αριστερό» αναφέρουν οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της στο υπόμνημα που κατέθεσαν χθες στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και τον προϊστάμενο Εισαγγελίας Πρωτοδικών, προκειμένου να συνεχιστεί η ανάκριση και να μην πάει η υπόθεση στο αρχείο, όπως αποφάσισε ο ανακριτής. Στο ίδιο υπόμνημα οι κ.κ. Βαγιαννού και Παπαδάκης απαριθμούν πολλές παραλείψεις έρευνας υλικού και προσώπων.

Στο αρχείο της λήθης

Κυριακή 14 Ιουνίου. Η Κωνσταντίνα Κούνεβα ζήτησε να συναντηθούμε. Σφίγγω τα χέρια της και τα νιώθω δυνατά. Εγώ είμαι η αδύναμη. Πώς να μιλήσω με τη δική της φυσικότητα για πράγματα τόσο αφύσικα όταν βλέπω πώς την κατέστρεψαν; Πώς να την παραπλανήσω με λόγια άσχετα και να κρύψω το σοκ από τη θωριά της, τώρα που έρχομαι πρόσωπο με πρόσωπο μαζί της; Σκέφτομαι τους συναδέλφους, ανταποκριτές πολέμου και αναρωτιέμαι πώς αντέχουν.

H γυναίκα που κάθεται απέναντί μου, που μιλάει ασταμάτητα παρά την τραχειοστομία της, που συμπεριφέρεται με απίστευτη νηφαλιότητα, που διαπιστώνει την ανθρωπιά που «έχουν μέσα τους όλοι αυτοί που συμπαραστάθηκαν», έχει την όψη των ανθρώπων που επέζησαν μετά την καταστροφή. To οξύ κατέστρεψε τα πάντα. Το ένα μάτι ραμμένο και στη θέση της μύτης δύο κόκαλα.

Αυτή είναι η εικόνα που δεν πρέπει να μπει στο αρχείο της λήθης, όπως αποφάσισε ο ανακριτής. «Οχι, δεν πρέπει να δοθεί η φωτογραφία της, γιατί θα προκαλέσει μίσος» επιμένει η μητέρα, η Ελένη Ντέτσεβα. «Δεν συμφωνώ κυρία Κοψίνη», λέει και η δικηγόρος της, η κ. Βαγιανού.

«Αν ήθελαν...»

Ευαγγελισμός, κτίριο ΑΧΕΠΑ, 10ος όροφος. Η φρουρά έξω από τον θάλαμο έχει ατονήσει. Δύο αστυνομικοί με πολιτικά παίζουν με τα κινητά. Δεν με βλέπουν που μπαίνω. Λες και ξέρουν ότι η υπόθεση σε λίγο θα πάει στο αρχείο. Ποιος ξέρει; Iσως, επηρεασμένοι από το κλίμα των ημερών, σκέφτονται ότι και η Κωνσταντίνα Κούνεβα είναι, απλώς, μια ακόμη ξένη, όπως τόσοι. Ισως πάλι, να μην σκέφτονται τίποτε, απλώς, παίζουν με τα κινητά.

Στον θάλαμο ο γιος της έχει πάρει το μπαμπάκι και καθαρίζει το κολλύριο που μόλις της ενστάλαξε μια νοσοκόμα. Η πρώτη επαφή έγινε πριν από λίγες ημέρες. Τώρα είναι κάθε απόγευμα εκεί. Την πειράζει και της χαϊδεύει τα μαλλιά, με περισσή δόση χιούμορ.

«Τι λες για την ανάκριση Κωνσταντίνα;»

«Δεν θέλουν να τους βρουν. Αν ήθελαν, δεν θα άφηναν να περάσουν οι πρώτες πέντε ημέρες χωρίς έρευνα». Δεν επιμένω. Ας μην σπαταληθεί αυτή η συνάντηση στον βωμό μιας δημοσιογραφικής αποκλειστικότητας. «Για χάρη της ανθρωπιάς και μόνο, πρέπει να τους βρουν. Τους ξέρουν», λέει. Καμία οργή. Κανένα μίσος. Μόνο όταν η συζήτηση φτάνει στη Βουλγαρία, στα Σιλίστρα και στο ταξίδι που έκανε το 2006, δείχνει να ταράζεται. «Δεν θέλω να ξαναπάω.

Πικράθηκα πολύ όταν είδα πόσα παιδιά πέθαναν από τα ναρκωτικά και πόση φτώχεια υπήρχε στην πόλη. Ντρεπόμουν που ήμουν καλύτερα από αυτούς», λέει και το μάτι της αρχίζει να στάζει... Για τους άλλους που έμειναν πίσω.

Από την εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της 17/6/09


Δεν υπάρχουν σχόλια: